Καλησπέρα σε όλους και σε όλες σας.
Είναι απόψε εδώ μαζί μας ο Αντρές Ρουτζιέρι, συγγραφέας του βιβλίου Ανακτημένες Επιχειρήσεις στην Αργεντινή (που θα μοιραστεί μαζί μας την εμπειρία 15 χρόνων αυτοδιαχείρισης στην Αργεντινή), ο νέος σύντροφος από τη ΒΙΟΜΕ και δύο από τους Ρομπέν του Ξύλου ως εκπρόσωποι των εργατών το δεύτερου ανακτημένου εργοστασίου στην Ελλάδα.
Για μας, για την κολεκτίβα εργασίας ΤΟ ΠΑΓΚΑΚΙ, η αποψινή εκδήλωση είναι σημαντική. Θα προσπαθήσουμε να πούμε εν συντομία το γιατί:
Πριν 15 χρόνια, το 2001, στο φούντωμα της εξέγερσης και των μαζικών καταλήψεων εργοστασίων και επιχειρήσεων στην Αργεντινή, κάποιος έγραψε: «ένας ψίθυρος διατρέχει τον πλανήτη. Ένας ψίθυρος πως ένας άλλος τρόπος εργασίας είναι εφικτός: εργασία χωρίς αφεντικά. Τόσο δύσκολα τόσο απλά».
Ήταν ένα ψίθυρος βέβαια.
Όταν έσβησε η επικοινωνιακή καταιγίδα, που αναδεικνύει συνήθως μόνο φλόγες και εκρήξεις, έμοιαζε να έσβησε και αυτός ο ψίθυρος. Στ’ αλήθεια ποιος από μας το 2006 ή το 2008 ή ακόμα και σήμερα έχει τις πληροφορίες εκείνες που θα του επέτρεπαν να ισχυριστεί πως η ανάκτηση και η αυτοδιαχείριση επιχειρήσεων και εργοστασίων δεν ήταν ένα στιγμιαίο πυροτέχνημα αλλά είναι ένα ορατό ρεύμα μέσα στην κοινωνία, και είναι μια πρόταση όχι απλώς εφικτή αλλά πραγματική και βιώσιμη?
Νομίζουμε κανείς μας. Το μόνο που είχε μείνει στην επικαιρότητα ήταν ένα δύο εμβληματικά παραδείγματα, όπως αυτό της Ζανόν, παραδείγματα που τα σεβόμασταν βέβαια αλλά πολλές φορές τα κατηγορούσαμε ως «νησίδες», ως εξαιρέσεις, λαμπρές μεν πλην όμως εξαιρέσεις….
Εμείς, ως Παγκάκι, ως κολεκτίβα εργασίας που επιχειρεί να υλοποιήσει την αυτοδιαχείριση σε ένα μικρό χώρο εργασίας, και ως συλλογικότητα που επαγγέλλεται την αυτονομία, επηρεαστήκαμε από εκείνο τον ψίθυρο, τότε που ξεκινήσαμε, πριν 8 χρόνια. Σήμερα, μετά από 15 χρόνια εμπειρίας αυτοδιαχείρισης ανακτημένων επιχειρήσεων στην Αργεντινή θεωρούμε και ισχυριζόμαστε ότι ο ψίθυρος εκείνος είναι φωνή, φωνή δυνατή και σταθερή που αποδεικνύει ακριβώς αυτό: ότι ένα μοντέλο εργασίας χωρίς αφεντικά, χωρίς ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, χωρίς ιεραρχίες δεν είναι μόνο εφικτό αλλά υπαρκτό. Και, μέσα σε όλα τα προβλήματα, τις αντιφάσεις και τα όρια του, είναι και απολύτως βιώσιμο.
Ας μιλήσουμε με στοιχεία: Το 2003 στην Αργεντινή υπήρχαν 128 ανακτημένες επιχειρήσεις. Το 2004 έφτασαν τις 161 με 6.900 εργαζόμενους. Το 2010 ήταν 205 με 9.362 εργαζόμενους. Το 2013 έφτασαν τις 310 με 12.000 εργαζόμενους. Και σήμερα (με τελευταία στοιχεία πριν ένα μήνα) είναι 356 με 15.000 εργαζόμενους. Από αυτές το 90% έχουν ξεφύγει τον κίνδυνο πιθανής μη βιωσιμότητάς τους, το 80% προσφέρει στους εργαζόμενους μηνιαίο μισθό μεγαλύτερο από το βασικό εθνικό μισθό (σε μερικές περιπτώσεις το διπλάσιο), το 88% λειτουργεί με τακτικές συνελεύσεις σε διαστήματα που κυμαίνονται από μια φορά την εβδομάδα (το 44%) έως μια φορά το μήνα (το 35%), στο 73% οι εργαζόμενοι δέχονται τον ίδιο μισθό ανεξάρτητα από τον τύπο της εργασίας τους μέσα στην επιχείρηση…
Αλλά ας αφήσουμε τα νούμερα, υπάρχει –για όποιον ενδιαφέρεται για την ποιότητα αλλά και τα προβλήματα και τα όρια των ανακτημένων επιχειρήσεων στην Αργεντινή- και το βιβλίο Ανακτημένες Επιχειρήσεις την Αργεντινή που έχει εκδοθεί από τις Ακυβέρνητες Πολιτείες και τις Εκδόσεις των Συναδέλφων. Και που περιέχει συγκεκριμένα και εμπεριστατωμένα στοιχεία για τις πραγματικότητες αυτού του τόσο ζωντανού κινήματος.. Να σημειώσουμε μόνο ότι όλοι αυτοί οι αριθμοί που πριν ακούσατε, αφορούν ΜΟΝΟ ανακτημένες από τους εργαζόμενούς τους επιχειρήσεις και δεν συμπεριλαμβάνουν κοπερατίβες, συνεργατικές και συνεταιρισμούς που στήθηκαν από το μηδέν στη βάση του συνεργατισμού. Τέτοιες συνεργατικές αριθμούν δεκάδες χιλιάδες μέλη στην Αργεντινή και εκατοντάδες χιλιάδες στην Λατινική Αμερική.
Νομίζουμε ότι είναι η πρώτη φορά στην ιστορία του εργατικού κινήματος μέσα στον καπιταλισμό που ένα σημαντικό -και ανόμοιο ως προς τα χαρακτηριστικά του- κομμάτι εργαζόμενων σε επιχειρήσεις υλοποιεί την αυτοδιαχείριση και καταφέρνει όχι μόνο να επιβιώσει αλλά και να αναπτυχθεί για ένα τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα.
Είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο πλέον (και όχι μόνο στην Αργεντινή) ότι ένα μέρος των εργαζομένων, των εργατών, δεν περιορίζεται στην διεκδίκηση για αυξήσεις στους μισθούς του και στην υπεράσπιση της δουλειάς του (ή της δουλείας του) αλλά ψάχνει -είτε από ανάγκη, είτε από πεποίθηση- να ξεπεράσει τους όρους υποταγής και εκμετάλλευσης που του έχουν επιβληθεί ως ο μοναδικός ορίζοντας της ζωής. Πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η ανάκτηση και η συλλογική διαχείριση επιχειρήσεων έχει μετατραπεί σε ένα ακόμα εργαλείο αγώνα και αντίστασης στα χέρια των εργατών, ένα εργαλείο που έχει και θα έχει τεράστια σημασία σε αυτήν τη περίοδο της οικονομικής κρίσης. Και ως φαινόμενο γίνεται ακόμα πιο σημαντικό γιατί θέτει έμπρακτα υπό αμφισβήτηση έναν από τους βασικούς -και ανέγγιχτους, στην πράξη- πυλώνες του καπιταλιστικού συστήματος: αυτόν της ατομικής ιδιοκτησίας.
Φυσικά και ο δρόμος που έχουν διανύσει και διανύουν οι ανακτημένες επιχειρήσεις δεν ήταν και δεν είναι ρόδινος και ευθύς. Όπως λένε και οι ίδιοι «ο δρόμος προς τη χειραφέτηση απαιτεί βαθιές επαναστατικές αλλαγές στην ίδια την κουλτούρα μας, την νοοτροπία και τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε εμείς οι ίδιοι την εργασία. Αλλαγές που δεν χτίζονται σε δυο εβδομάδες».
Και αυτό το τελευταίο που οι ίδιοι θεωρούν το πιο δύσκολο και το πιο κομβικό κομμάτι του αγώνα τους είναι και το πιο πολύτιμο μάθημα που έχουν να μας παραδώσουν: να εκπαιδευτούμε σε έναν άλλο τρόπο εργασίας από αυτόν που μας έχει επιβληθεί. Να δοκιμάσουμε να βρούμε τους δικούς μας κανόνες που θα προεικονίζουν τους τρόπους εργασίας στην άλλη κοινωνία που επιθυμούμε. Να δημιουργήσουμε μια άλλη πολιτική κουλτούρα από τη σημερινή, και μια άλλη κουλτούρα εργασίας από τη σημερινή.
Να παιδευτούμε -και με τις δύο σημασίες της λέξης- για να αλλάξουμε.
Να μάθουμε για να αλλάξουμε. Και εμείς και η κοινωνία.
Αυτός είναι και ο λόγος που μας οδήγησε στη διοργάνωση αυτής της εκδήλωσης: να μάθουμε από την εμπειρία της Αργεντινής, να μεταδώσουμε αυτή την εμπειρία. Χωρίς θριαμβολογίες, χωρίς εξιδανικεύσεις αλλά και χωρίς τους αφορισμούς που συνοδεύουν, συχνά πυκνά, τον λόγο και την πράξη όταν βλέπουμε την κοινωνία μέσα από τις παρωπίδες των «ιδεολογικών καθαροτήτων».
Εμείς, ως Παγκάκι, δεν είμαστε απόληξη ενός εργατικού αγώνα μιας εν λειτουργία επιχείρησης. Δημιουργήσαμε μια κολεκτίβα εργασίας, από το μηδέν, με βάση την πολιτική επιθυμία αναζήτησης μιας εναλλακτικής στο ζήτημα της μισθωτής εργασίας. Ωστόσο η εμπειρία των ανακτημένων επιχειρήσεων της Αργεντινής μας επηρέασε ουσιαστικά. Κάτι παραπάνω από αυτό: μας ενέπνευσε και μας δίδαξε. Όπως, νομίζουμε, ενέπνευσε και δίδαξε πάρα πολλά και στην ΒΙΟΜΕ
Φυσικά, οι διαφορές ανάμεσα στην αργεντίνικη και την ελληνική ή και την ευρωπαϊκή πραγματικότητα είναι πολλές. Το ίδιο και οι διαφορές μιας συνεργατικής με ένα ανακτημένο εργοστάσιο. Ωστόσο όσοι συμμετέχουμε σε συνεργατικές νομίζουμε ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε στην διαδικασία διαπαιδαγώγησής μας σε μια άλλη κουλτούρα εργασίας είναι κοινά.
Το να μάθεις, λόγου χάριν, να δουλεύεις χωρίς αφεντικά, να μάθεις να δουλεύεις συλλογικά, πολεμώντας ταυτόχρονα την βαθιά μπολιασμένη μέσα σου κουλτούρα της αναγκαιότητας των ιεραρχιών, πολεμώντας την κουλτούρα του ανταγωνισμού, την κουλτούρα της υποταγής στις αποφάσεις κάποιων που «ξέρουν καλύτερα από σένα», είναι πολύ πιο δύσκολο από το να δουλεύεις με αφεντικά.
Και γι’ αυτό θεωρούμε ότι το μοίρασμα της εμπειρίας, το να μοιραστούμε κάθε μικρό βήμα που έχουν κατακτήσει κάποιοι άλλοι πριν από εμάς είναι πολύτιμο. Γι’ αυτό και αυτή η εκδήλωση, γι’ αυτό και ως Παγκάκι αποφασίσαμε μαζί με τη ΒΙΟΜΕ όχι μόνο να συμμετέχουμε αλλά και να μοιραστούμε μαζί με άλλες συνεργατικές από την Ελλάδα και την Μεσόγειο, το βάρος της διοργάνωσης, τον Οκτώβρη στη Θεσσαλονίκη, της δεύτερης ευρω-μεσογειακής συνάντησης ανακτημένων επιχειρήσεων και συνεργατικών.
Σε ευρωπαϊκό και μεσογειακό επίπεδο οι ανακτημένες επιχειρήσεις μετριούνται στα δάκτυλα. Η Ocifina Zero και η Rimaflow στην Ιταλία, η Fralibe στην Γαλλία, η ΒΙΟΜΕ και οι Ρομπέν του Ξύλου στην Ελλάδα, ένα εργοστάσιο κλωστοϋφαντουργίας στην Τουρκία. Ωστόσο υπάρχει ένα ολοένα και αυξανόμενο στη δυναμική του κίνημα αυτοδιαχειριζομένων συνεργατικών που έχει πολλά να διδαχτεί από την πολύχρονη εμπειρία της Λατινικής Αμερικής. Εξ’ ου και η προσπάθειά μας να ανοιχτούμε –με την πρώτη πανευρωπαϊκή συνάντηση που έγινε στην Μασσαλία το 2014 και την δεύτερη που θα γίνει στην ΒΙΟΜΕ τον Οκτώβρη- σε ένα δίκτυο ήδη υπαρκτό στην Λατινική Αμερική. Να μάθουμε από τους συντρόφους λατινοαμερικάνους που έχουν διανύσει ήδη ένα δρόμο δύσκολο.
Για μας η αυτοδιαχείριση είναι ένα όραμα για το μέλλον μιας χειραφετημένης κοινωνίας. Και είναι ταυτόχρονα ένας δρόμος αγώνα εδώ και τώρα.
Πολύπλοκος και αργός αλλά όσοι και όσες επιμένουμε να ονειρευόμαστε ένα άλλο κόσμο πρέπει να τον πιστέψουμε με πάθος. Και να τον χτίσουμε με την σκέψη μας, με την πράξη μας και με το ίδιο μας το σώμα.